Παρά το ρεκόρ εξαγωγών το 2020 το μερίδιο παραμένει σε πολύ μικρά επίπεδα.
Περισσότεροι ήταν το 2020 οι Βρετανοί καταναλωτές που δοκίμασαν ελληνικό ελαιόλαδο, με τις ελληνικές εξαγωγές να ευνοούνται από τη συγκυρία της πανδημίας, παραμένοντας ωστόσο σε πολύ χαμηλά επίπεδα σε σχέση με την Ισπανία και την Ιταλία.
Σύμφωνα με στοιχεία του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων Λονδίνου για την πορεία των εισαγωγών ελαιολάδου στη Ηνωμένο Βασίλειο, το 2020 η χώρα εισήγαγε 28,5 χιλιάδες τόνους εξαιρετικά παρθένου ελαιολάδου, αξίας 75,9 εκατ. λιρών, καταγράφοντας αύξηση 21% στην ποσότητα, αλλά μόνο 4,8% στην αξία, σε σχέση με το 2019.
Η σημαντική αυτή αύξηση στον όγκο εισαγωγών εξηγείται από το γεγονός ότι τα περιοριστικά μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας οδήγησαν σε αύξηση της ζήτησης, καθώς το εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο φαίνεται πως κέρδισε έδαφος στη συνείδηση των Βρετανών καταναλωτών στη διάρκεια της πανδημίας. Έτσι, και οι τρεις πρώτες ελαιοπαραγωγοί χώρες που προμηθεύουν το Ηνωμένο Βασίλειο (Ιταλία, Ισπανία και Ελλάδα) αύξησαν τον όγκο των εξαγωγών τους το 2020.
Η Ιταλία, ηγέτης στον τομέα των επώνυμων ελαιολάδων, κατέχει πλέον περισσότερο από το μισό της αγοράς. Αρκεί να αναφερθεί ότι οι ιταλικές εξαγωγές εξαιρετικά παρθένου ελαιόλαδου στη Βρετανία είναι 11,5 φορές μεγαλύτερες σε ποσότητα σε σχέση με τις αντίστοιχες της Ελλάδας (13,9 χιλιάδες τόνους έναντι 1,2 χιλιάδες της Ελλάδας). Ενώ δεκαπλάσιες έναντι των ελληνικών είναι οι εξαγωγές της Ισπανίας (12,2 χιλιάδες τόνους).
Η Ισπανία, που κυριαρχεί στον τομέα των ελαιολάδων ιδιωτικής ετικέτας, με τη χαμηλότερη τιμή, κατέγραψε τη μικρότερη αύξηση σε όγκο (6%), που σε συνδυασμό με τη μείωση της τιμής σε σχέση με το 2019, οδήγησε σε υποχώρηση του μεριδίου της στην αξία (36,2%). Η Ελλάδα παραμένει τρίτη στην κατάταξη και πολύ μακριά από τους δύο πρώτους, με μερίδιο 5,6% και με ένα από τα ακριβότερα προϊόντα διαχρονικά, παρά την υποχώρηση της μέσης τιμής σε σχέση με το 2019.
Συγκριτικά με τους δύο πρώτους, η Ελλάδα κατέγραψε τη μεγαλύτερη αύξηση εξαγωγών τόσο σε ποσότητα (43,3%), όσο και σε αξία (30,2%).
Σύμφωνα με το Γραφείο ΟΕΥ, μέρος της αύξησης του ελληνικού μεριδίου αντανακλά επιπλέον εισαγωγές που έγιναν για να αντιμετωπιστεί η αιφνίδια έλλειψη προϊόντων, όχι απαραίτητα ελληνικών, όμως οι Έλληνες προμηθευτές φαίνεται πως βρέθηκαν σε πλεονεκτική θέση λόγω άμεσης διαθεσιμότητας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα περισσότεροι Βρετανοί καταναλωτές να δοκιμάσουν το 2020 το ελληνικό ελαιόλαδο, δημιουργώντας έτσι μια δυναμική που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί από τους Έλληνες εξαγωγείς
Θετική εικόνα και το α’ τρίμηνο του 2021
Συγκριτικά με το πρώτο τρίμηνο του 2020, το φετινό αντίστοιχο διάστημα καταγράφεται σημαντική αύξηση στις εισαγωγές εξαιρετικά παρθένου ελαιολάδου, τόσο σε ποσότητα (27,6%) όσο και σε αξία (33,1%).
Μεταξύ των τριών πρώτων, μόνο η Ισπανία δείχνει να περιορίζει τις εξαγωγές της, η Ιταλία εμπεδώνει τον ηγετικό ρόλο της, ενώ η Ελλάδα ακολουθεί με αξιόλογη αύξηση (43,7% στην ποσότητα και 35% στην αξία), αλλά πάντα με χαμηλές επιδόσεις σε απόλυτες τιμές.
Βεβαίως η σύγκριση αφορά ένα τρίμηνο σε συνθήκες περιορισμού, αυτό του 2021, με το αντίστοιχο διάστημα του 2020 όπου όμως δεν είχε αναγνωριστεί καθεστώς πανδημίας στο Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς ο πρώτος περιορισμός επιβλήθηκε στις 24/3/2020. Συνεπώς οι επιδόσεις που καταγράφονται ενδέχεται να μην επιβεβαιωθούν στη διάρκεια του έτους.