Πολύτιμο με χαρακτηριστικό χρώμα, έντονο άρωμα και πλούσια γεύση το Ελαιόλαδο πρωταγωνιστεί στη ζωή της Μεσογείου σχεδόν από το 5.000 π.Χ.
Οι πρώτες καλλιέργειες ελαιόδεντρου θεωρείται πως ξεκίνησαν από την Μικρά Ασία περίπου το 6.000 π.Χ. περνώντας σταδιακά στα νησιά του Αιγαίου και στον υπόλοιπο ελλαδικό χώρο. Τα πλούσια αρχαιολογικά ευρήματα που χρονολογούνται στη Μινωική περίοδο δείχνουν πως το ελαιόλαδο υπήρξε μία βασική πηγή πλούτου του νησιού. Τεράστια πιθάρια αποθήκευσης λαδιού και ειδικές πρέσες αποδεικνύουν πως υπήρχε η τεχνογνωσία για την εξαγωγή του ελαιόλαδου από τον καρπό της ελιάς. Η τεχνολογία της ελαιοπαραγωγής εξελίσσονταν στο πέρασμα των ελαιώνων περνώντας από τους πρώτους μεγάλους λίθους στα μεγαλύτερα πιεστήρια. Η πρώτη χρήση του ελαιόλαδου δεν ήταν η τροφή αλλά ο καλλωπισμός και οι φαρμακευτικές εφαρμογές αφού το χρησιμοποιούσαν για την επάλειψη του σώματός τους μία συνήθεια η οποία μας μεταφέρεται και από την Οδύσσεια για τον Τηλέμαχο.
Ένας αρχαίος μύθος μας δείχνει τη θεϊκή προέλευση που απέδιδαν οι Έλληνες στο ελαιόλαδο. Σύμφωνα με αυτόν ο Διόνυσος είχε κάνει κάποια δώρα στις τρεις εγγονές του Απόλλωνα και κόρες του βασιλιά της Δήλου, του Άνιου. Χάρισε λοιπόν στην Σπερμώ το χάρισμα να αλλάζει το χώμα σε σιτάρι, στην Οινώ την ικανότητα να μετατρέπει το νερό σε κρασί και στην Ελαΐς να αλλάζει το νερό σε ελαιόλαδο. Μάλιστα η Ελαΐς θεωρούνταν και λατρεύονταν ως προστάτιδα του ελαιόλαδου. Η πρώτη κατηγοριοποίηση του ελαιόλαδου πραγματοποιήθηκε από τους Ρωμαίους οι οποίοι αξιολογούσαν το ελαιόλαδο αναλόγως με την πίεση που είχε ασκηθεί στον καρπό για την παραλαβή του.
Διατροφικά στοιχεία
Το ελαιόλαδο είναι ένα έλαιο πλούσιο σε διατροφικά στοιχεία. Έχει υψηλή περιεκτικότητα σε βιταμίνη Ε, μονοακόρεστα λιπαρά οξέα και ανιοξειδωτικές ουσίες που συμβάλουν στην καλή λειτουργία και υγεία του οργανισμού. Η ποιοτική αξιολόγηση του ελαιόλαδου γίνεται με τη χρήση διεθνών σταθερών οι οποίες έχουν ως βασικό άξονα τον τρόπο παραγωγής του, το βαθμός οξύτητας αλλά και τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά του (γεύση, άρωμα και χρώμα). Τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά δεν οφείλονται στην επεξεργασία αλλά στην ποικιλία και στον τρόπο καλλιέργειας της ελιάς.
Κατηγορίες ελαιόλαδου
Αναλόγως την ποιότητά του το ελαιόλαδο χωρίζεται σε πέντε βασικές κατηγορίες. Το εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο αποτελεί και την βασικότερη φυσική κατηγορία του ελαιόλαδου με τέλειο άρωμα και γεύση. Η οξύτητά του είναι έως 0,8% σε ελαϊκό οξύ ανά 100 γρ. και μοναδική φρουτώδη γεύση. Το παρθένο ελαιόλαδο έχει οξύτητα η οποία κυμαίνεται έως τους 2º και πολύ ευχάριστη γεύση και άρωμα. Το ελαιόλαδο είναι ένα μείγμα παρθένου και εξευγενισμένου ελαιόλαδου με διακριτικό άρωμα ώριμων φρούτων, ανοιχτό χρώμα και οξύτητα μέχρι τον 1º . Ένα ακόμα μείγμα ελαιόλαδων είναι το πυρηνέλαιο το οποίο αποτελείται από ραφιναρισμένο πυρηνέλαιο και παρθένο ελαιόλαδο. Έχει απαλή γεύση και είναι ανθεκτικό στις υψηλές θερμοκρασίες. Το αγουρέλαιο όπως δηλώνει και το όνομά του είναι το ελαιόλαδο που προκύπτει από τις πρώτες άγουρες ελιές οι οποίες συνήθως συλλέγονται με το χέρι. Έχει μικρότερο χρόνο ζωής από τα υπόλοιπα, περίπου 9 μήνες, είναι πλούσιο σε αντιοξειδωτικά και έχει πικάντικο άρωμα και πικρή γεύση.
Μία νέα κατηγορία θα μπορούσε να θεωρηθεί αυτή στην οποία ανήκει το ελαιόλαδο που προέρχεται από βιολογικές καλλιέργειες με την απουσία λιπασμάτων, ψεκασμών ή επεξεργασίας κατά την έκθλιψη του καρπού. Τα αρωματικά ελαιόλαδα αποτελούν μία ειδική κατηγορία αφού πρόκειται για ελαιόλαδα στα οποία έχουν βυθιστεί μπαχαρικά, βότανα και φυτά της αρεσκείας μας προκειμένου να εμπλουτίσουν με το άρωμά τους το αρχικό έλαιο.
Σημασία του ελαιόλαδου στην αγορά
Η χώρα μας είναι η τρίτη μεγαλύτερη ελαιοπαραγωγός χώρα του κόσμο με την Ιταλία και την Ισπανία να προηγούνται. Σε κατάταξη όμως ποιότητας η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη θέση καθώς σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στα στοιχεία του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τυποποιήσεως Ελαιολάδου (Σ.Ε.ΒΙ.Τ.ΕΛ.) περισσότερο από το 70% της Ελληνικής παραγωγής ελαιολάδου πρόκειται για εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο. Οι ελληνικές εξαγωγές αφορούν κατά κύριο λόγο σε εξαγωγές χύμα ελαιόλαδου, σε ποσοστό 90% περίπου, με μεγάλη ποσότητα αυτού να είναι προς τις Ιταλικές βιομηχανίες οι οποίες το χρησιμοποιούν για βελτίωση της εγχώριας παραγωγής και επαναπροώθησή του στην αγορά με τη μορφή του τυποποιημένου ιταλικού ελαιόλαδου.