Ένας στους δύο ενήλικες στην Ελλάδα παίρνει συμπληρώματα διατροφής, ενώ 3 στους 4 θα ήθελαν να πάρουν.
Ανησυχητικά είναι τα στοιχεία για τα συμπληρώματα διατροφής στην Ελλάδα, καθώς ένας στους δύο Έλληνες κάνει χρήση συμπληρωμάτων θέλοντας να βρει το «ελιξήριο» που θα του χαρίσει μακροζωία. Σύμφωνα με στοιχεία που έχει στην διάθεσή του ο ΕΟΦ τα συμπληρώματα διατροφής, αν και πρόκειται για σχετικά ακριβά προϊόντα, με μέση τιμή κτήσης τα 12 ευρώ, η Ελλάδα αποτελεί την δεύτερη μεγαλύτερη αγορά στον κόσμο στην συγκεκριμένη κατηγορία. Μάλιστα την περίοδο 2010-2017 η κατηγορία κινήθηκε με σωρευτική άνοδο άνω του 80%.
Με αφορμή την νέα έρευνα της ΑΚΟΣ για τις αντιλήψεις και τις συμπεριφορές υγιών και ασθενών ενηλίκων, αναφορικά με τα συμπληρώματα διατροφής και τη χρήση τους η Πρόεδρος της ΑΚΟΣ ογκολόγος/ ακτινοθεραπευτής Δρ. Δέσποινα Κατσώχη επισημαίνει: «Τα τελευταία χρόνια αυξάνεται ο αριθμός των πολιτών είτε είναι υγιείς είτε αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας, οι οποίοι επιλέγουν να κάνουν χρήση συμπληρωμάτων διατροφής προκειμένου να θωρακίσουν τον οργανισμό τους και να λειτουργήσουν προληπτικά απέναντι σε σειρά ασθενειών. Θελήσαμε λοιπόν να αναζητήσουμε γιατί και πώς οδηγούνται σε αυτήν την επιλογή. Αρωγοί και σε αυτήν την έρευνα μας, ειδικοί επιστήμονες οι οποίοι συνέδραμαν στην κατάρτιση του ερωτηματολογίου και στην επεξεργασία των απαντήσεων.»
Στην έρευνα συμμετείχαν 1.128 άτομα, τα οποία συμπλήρωσαν ερωτηματολόγια σε ηλεκτρονική ή έντυπη μορφή. Από αυτούς το 67,2% ήταν γυναίκες και το 32,8% άνδρες. Το 65,1% δήλωσαν υγιείς και 35,9% δήλωσαν ασθένεια όπως σακχαρώδη διαβήτη, υπέρταση, χρόνια νεφρική νόσο, χρόνιο νόσημα εντέρου, καρκίνο ή άλλο.
Εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι πάνω από 50% δαπανούν μηνιαίως έως και 25 ευρώ ενώ ένας στους πέντε διαθέτει πάνω από 50 ευρώ για την αγορά συμπληρωμάτων διατροφής. Στην πλειονότητα, οι Έλληνες επιλέγουν ως συμπλήρωμα διατροφής Ωμέγα 3 λιπαρά οξέα (29%), προβιοτικά (17%), ασβέστιο (15%) και μαγνήσιο (14%). Ακολουθούν πρωτεΐνες (13%), σπιρουλίνα (11%), αμινοξέα (7%), κολλαγόνο (6%) και το συνένζυμο Q10 (3%). Δημοφιλείς είναι οι βιταμίνες C και D (από 19% αντίστοιχα) και ακολουθούν το σύμπλεγμα βιταμινών Β (9%), Β12 (7%), Ε (5%), Β6 (4%) και Α (3%) και Κ (2%).
Στη πλειονότητά τους χρησιμοποιούν τα συμπληρώματα διατροφής για να βελτιώσουν την ποιότητα ζωή τους (82%). Περίπου ένας στους δύο τα χρησιμοποιεί για προληπτικούς λόγους (55%), αλλά και για την πρόληψη του καρκίνου (32%). Σημαντική η αντιγηραντική δράση τους απάντησε το 24%, ενώ το 52% ξεκίνησε να λαμβάνει συμπληρώματα διατροφής όταν έμαθε ότι βελτιώνουν την υγεία. Σημαντικό ποσοστό (41%) ανέφερε ότι άρχισε να τα χρησιμοποιεί όταν αντιμετώπισε κάποιο πρόβλημα υγείας και το 11% από τότε που ασθένησε πρόσωπο του συγγενικού περιβάλλοντος τους. Σημειώνεται, ότι το ερωτηματολόγιο υλοποιήθηκε για λογαριασμό της ΑΚΟΣ και του ΙΕΛΚΑ (Ινστιτούτο Ερευνών Λιανεμπορίου και Καταναλωτικών Αγαθών). Ο γενικός διευθυντής του ΙΕΛΚΑ δρ. Λευτέρης Κιοσές, σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας τονίζει: «Η αύξηση του προσδόκιμου ζωής, σε συνδυασμό με την αυξανόμενη ανάγκη για ευεξία, έχει οδηγήσει σε ενίσχυση της ζήτησης για συμπληρώματα διατροφής, η οποία θα συνεχιστεί». Αξίζει να σημειωθεί πως για το 2017 οι πωλήσεις στα συμπληρώματα διατροφής άγγιξαν τα 101 εκατομμύρια ευρώ.