Ανακαλύφθηκε μάλλον τυχαία όμως από τη στιγμή της ανακάλυψής του δεν έλειψε στιγμή από τη ζωή του ανθρώπου, το Ξίδι του έγινε απαραίτητο.
Κάθε αλκοολούχο ποτό το οποίο εκτίθεται στον αέρα με το πέρασμα του χρόνου μετατρέπεται φυσικά σε ξίδι. Υπεύθυνα για αυτή τη μετατροπή είναι τα βακτήρια που βρίσκονται σε αυτόν και μπορεί η ανακάλυψή του να έγινε τυχαία ωστόσο μόλις το 1964 όταν ο Pasteur μελέτησε το βακτήριο που είναι υπεύθυνο για την οξική ζύμωση έγινε κατανοητή η διαδικασία με λεπτομέρειες.
Είναι πιθανό το ξίδι να είναι γνωστό στον άνθρωπο πολλά περισσότερα χρόνια από ότι νομίζουμε σήμερα, ιστορικά πάντως με τις έως τώρα ανακαλύψεις οι πρώτοι που ανακάλυψαν και χρησιμοποίησαν το ξίδι ήταν οι Βαβυλώνιοι το 5.000 π.Χ.. Το παρήγαγαν από τους χουρμάδες και το χρησιμοποιούσαν τόσο στην τροφή όσο και ως συντηρητικό για τη διατήρηση ορισμένων λαχανικών σε τουρσί. Υπολείμματα ξιδιού έχουν εντοπιστεί και σε άλλους αρχαίους πολιτισμούς όπως οι Αιγύπτιοι το 3.000 π.Χ. και οι Κινέζοι το 1200 π.Χ..
Στην αρχαία Ελλάδα το ξίδι είχε αρκετές εφαρμογές πέρα από τη μαγειρική και στην ιατρική. Χρησιμοποιήθηκε για να απολυμαίνονται πληγές ενώ το οξύμελι, ένα μείγμα από μέλι και Ξίδι συνταγογραφούνταν από τον Ιπποκράτη ως φάρμακο για τον πονόλαιμο. Διαλυμένο κρασί με νερό χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι Ρωμαίοι ως ένα ενεργειακό ποτό της εποχής. Με το πέρασμα των αιώνων το ξίδι απέκτησε πολλαπλές χρήσεις αφού μέχρι και ο Λουδοβίκος ο XIII το χρησιμοποίησε στη μάχη για να κρυώνει γρήγορα το πυρωμένο σίδερο των κανονιών του. Η συστηματοποίηση της μαζικής παραγωγής του ξιδιού ξεκίνησε από την περιοχή της Ορλεάνης στη Γαλλία για αυτό και πήρε το όνομά της από αυτή.
Διαφορετικά είδη
Μηλόξιδο: Παράγεται από το μούστο του μηλίτη ή του μήλου και το χρώμα του είναι χρυσαφί-καφέ. Έχει έντονη οξύτητα για αυτό και πολλές φορές αραιώνεται και χρησιμοποιείται ζάχαρη για να γίνει πιο γλυκό. Όταν δεν είναι αραιωμένο το pH του κυμαίνεται συνήθως, μεταξύ pH 4,25 και 5,00. Δεν περιέχει λιπαρά ή βιταμίνες είναι πλούσιο όμως σε ασβέστιο, μαγνήσιο, φώσφορο και κάλιο.
Ξίδι από κόκκινο κρασί: Όταν παράγεται με παραδοσιακό μέθοδο το κρασί αναμειγνύεται με παλιό ξίδι και αφήνεται σε βαρέλια τα οποία δεν γεμίζουν πλήρως ώστε με το οξυγόνο σταδιακά να γίνει όλο ξίδι έπειτα από μερικούς μήνες. Η σύγχρονη βιομηχανική διεργασία είναι πολύ πιο γρήγορη και κατά κύριο λόγο χημική και όχι βιολογική. Διαφορετικό άρωμα μπορεί να πάρει το ξίδι αναλόγως το ξύλο από το οποίο είναι φτιαγμένο το βαρέλι (δρυς, καστανιά κ.α.). Το ξίδι από κόκκινο κρασί περιέχει βιταμίνη C, ασβέστιο, σίδηρο, μαγνήσιο, φώσφορο, κάλιο και αντιοξειδωτικά.
Λευκό ξίδι: Αποκαλείται και απεσταγμένο και έχει τα λιγότερα θρεπτικά συστατικά. Έχει χαμηλότερο ph και όξινη γεύση.
Βαλσαμικό: Παράγεται από λευκά σταφύλια Trebbiano με αυστηρές προδιαγραφές, χωρίς ζύμωση και με αρκετά μεγαλύτερη παλαίωση. Ο χυμός των σταφυλιών βράζεται αργά σε χάλκινα δοχεία μέχρι να μετατραπεί σε σιρόπι και στη συνέχεια τοποθετείται σε βαρέλια από καστανιά, πεύκο, κερασιά ή βελανιδιά για να γίνει η παλαίωση. Πρωτοχρησιμοποιήθηκε ως φαρμακευτικό βάλσαμο και ο παραδοσιακός τόπος προέλευσής του είναι η Μοντένα της Ιταλίας.